Πέμπτη, Μαΐου 29, 2008

Σκέψεις για τα μέρη του λόγου

Η αναδημοσίευση επίσης του κειμένου του Φοίβου Παναγιωτίδη στον Πολίτη της 25ης Μαΐου 2008, ελπίζω να είναι μια ακόμη αφορμή για συζήτηση.

Το γραμματικό παράδοξο και τα μέρη του λόγου

Κρυμμένη πολυπλοκότητα, κρυμμένη απλότητα

Έχουμε ξαναμιλήσει για το γραμματικό παράδοξο πολλές φορές από αυτήν εδώ τη στήλη: στην καρδιά της γλωσσικής ικανότητας του ανθρώπου βρίσκεται ένα σύνθετο γραμματικό σύστημα που σχηματίζει λέξεις και προτάσεις και τις συσχετίζει με σκέψεις και νοήματα. Πρόκειται για ένα νοητικό σύστημα που, όσο το μελετάμε και το εξερευνούμε, τόσο συνεχίζει να μας ξαφνιάζει και να μας προβληματίζει με τις δυνατότητές του αλλά και με την πολυπλοκότητά του. Ωστόσο, πρόκειται για ένα σύστημα το οποίο τα νήπια ανεξαρτήτως άλλων ταλέντων ή δυσκολιών αναπτύσσουν αβίαστα και χωρίς διδασκαλία ή ουσιαστικό ρόλο εκ μέρους των γονέων μέσα στα πρώτα τέσσερα ή πέντε χρόνια της ζωής τους. Εδώ βρίσκεται το παράδοξο: πώς ένα τόσο σύνθετο σύστημα αναπτύσσεται τόσο γρήγορα και με τόσο περιορισμένη γλωσσική εμπειρία;

Το παράδοξο αυτό μας έχει ξαναπασχολήσει και έχουμε συζητήσει διάφορες πτυχές του αλλά και κάποιες προσεγγίσεις για το πώς μπορεί να αναλυθεί και να εξηγηθεί. Αντί να επανέρθω στο γενικότερο ζήτημα και στο γραμματικό παράδοξο σε όλο το εύρος του, θα μιλήσω σήμερα για ακόμα μια πολύ μικρή πτυχή του. Για άλλη μια φορά, πρόκειται για ένα εκ πρώτης όψεως απλούστατο θέμα το οποίο – ωστόσο – είναι ακόμα μια έκφανση του γραμματικού παραδόξου, αφού κρύβει μέσα του δεινή πολυπλοκότητα.

Μέρη του λόγου

Ποια είναι η διαφορά μεταξύ ενός ουσιαστικού (π.χ. ‘γέλιο’) και ενός ρήματος (π.χ. ‘γελάω’); Η απάντηση δεν μπορεί φυσικά να δοθεί με τους παραδοσιακά σχολικούς (και λανθασμένους) εννοιολογικούς ορισμούς, ότι δηλαδή τα ουσιαστικά δηλώνουν ‘πρόσωπα, ζώα πράγματα ή αφηρημένες έννοιες’ ενώ τα ρήματα ‘ενέργειες, καταστάσεις’ κ.ο.κ. Είναι ξεκάθαρο από το απλό παράδειγμά μας ότι το ουσιαστικό γέλιο δεν είναι πράγμα, δε δηλώνει καν αφηρημένη έννοια με τον τρόπο που ένα ουσιαστικό όπως το ‘δικαιοσύνη’ δηλώνει μια αφηρημένη έννοια. Το ουσιαστικό ‘γέλιο’ δηλώνει μια ενέργεια, κάτι που κάνουμε (ή κάτι που μάς συμβαίνει) – όπως ακριβώς και το ρήμα ‘γελάω’ δηλαδή. Άρα, σε τι διαφέρουν αυτά τα δύο;

Μια πιθανή απάντηση είναι να ισχυριστεί κανείς ότι η διάκριση μεταξύ ρημάτων και ουσιαστικών είναι περιστασιακή και επιφανειακή και ότι δεν αντανακλά κάτι βαθύτερο: μπορούμε λ.χ. να πούμε ότι όπως η προφορά της ελληνικής διακρίνει συστηματικά τον φθόγγο ‘λ’ από το ‘ρ’ (αντίθετα με τα γιαπωνέζικα), έτσι και η μορφολογία της ελληνικής διακρίνει συστηματικά μια κατηγορία λέξεων, τα ρήματα, επάνω στην οποία κολλάει φωνή / διάθεση (π.χ. παθητική), ποιόν ενεργείας (π.χ. εξακολουθητικό), χρόνο (π.χ. ενεστώτα) και έγκλιση / τροπικότητα (π.χ. προστακτική), από μια κατηγορία λέξεων, τα ουσιαστικά, επάνω στην οποία κολλάει γένος (π.χ. θηλυκό), αριθμό (π.χ. πληθυντικό) και πτώση (π.χ. γενική). Κάποιοι γλωσσολόγοι μάλιστα ασπάζονται αυτή την άποψη.

Μία ουσιαστική διαφορά

Ωστόσο, η διαφορά ρήματος-ουσιαστικού υπάρχει σε όλες τις ανθρώπινες γλώσσες, ακόμα και σε εκείνες οι οποίες δεν κάνουν διάκριση ρημάτων και ουσιαστικών με βάση μορφολογικές καταλήξεις, ή δευτερεύουσες κατηγορίες όπως η έγκλιση / τροπικότητα ή το γένος. Για παράδειγμα, στα αγγλικά, όπου αν απομονώσουμε πολλές λέξεις μπορούν να δουλέψουν είτε ως ουσιαστικά είτε ως ρήματα (π.χ. ‘work’), η γραμματική διάκριση μεταξύ τους είναι μολαταύτα ουσιώδης και πραγματική. Άρα δεν μπορεί η διάκριση σε ουσιαστικά και ρήματα να αποτελεί απλώς επιφανειακή ιδιομορφία κάποιων γλωσσών.

Επιπλέον, η νευρογλωσσική έρευνα παρέχει ενδείξεις ότι τα ουσιαστικά και τα ρήματα μπορούν να βλαβούν επιλεκτικά: π.χ. υπάρχουν ασθενείς με εγκεφαλικές βλάβες που καλούνται αφασίες (επίκτητες γλωσσικές διαταραχές, δηλαδή) που αδυνατούν να επεξεργαστούν μόνο ουσιαστικά ή μόνο ρήματα – ανεξαρτήτως νοήματος ή συχνότητας της λέξης. Αυτό είναι πολύ σημαντικό εάν σκεφτεί κανείς ότι το ρήμα ‘γελάω’ και το ουσιαστικό ‘γέλιο’ στην πραγματικότητα δηλώνουν την ίδια σημασία. Ρήμα και ουσιαστικό φαίνεται ωστόσο να διαφέρουν στην προοπτική που επιβάλλουν πάνω στη σημασία, στον τρόπο με τον οποίο ‘βλέπουν’ το γεγονός.

Ήδη διαφαίνεται πόσο πιο σύνθετη είναι ακόμα και η στοιχειώδης διάκριση σε μέρη του λόγου. Θα συνεχίσουμε την επόμενη φορά.


Δεν υπάρχουν σχόλια: